Glossary entry

English term or phrase:

remitted episode

Greek translation:

επεισόδιο σε ύφεση

Added to glossary by Spyros Salimpas
Dec 22, 2020 16:02
3 yrs ago
14 viewers *
English term

Discussion

D. Harvatis Dec 27, 2020:
Την ξέρω αυτή τη σημασία του remitting όμως ο όρος «διαλείπον επεισόδιο» δεν υπάρχει και, αν υπήρχε, θα σήμαινε κάτι διαφορετικό απ' αυτό που δηλώνει ο ορισμός («επεισόδιο με διαλείψεις, διακεκομμένο», και όχι «επεισόδιο μετά το οποίο ο ασθενής βρίσκεται σε φάση ύφεσης»).

ΥΓ: μια πάθηση που είναι remitting μπορεί να χαρακτηριστεί «διαλείπουσα» ακριβώς επειδή διακόπτεται από υφέσεις. Αυτό δεν μπορούμε να το πούμε για ένα επεισόδιο.
Spyros Salimpas (asker) Dec 27, 2020:
Δημήτρη, το "διαλείπον" δεν είναι τελείως αυθαίρετο, γιατί και εγώ εκεί είχα καταλήξει μέχρι να ανεβάσω το ερώτημα και όχι με βάση τα λίγα αποτελέσματα του Δημήτρη Κ. Για παράδειγμα, το "recurring-remitting" (disorder) αποδίδεται στα ελληνικά ως "υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα".

Proposed translations

+1
4 days
Selected

επεισόδιο σε ύφεση

Δεν νομίζω ότι πρόκειται για κοινό όρο, μάλλον είναι κάποια έννοια που ορίστηκε σε συγκεκριμένη μελέτη και άρα δεν θα υπάρχει καθιερωμένη ελληνική μετάφραση. Βρήκα έναν ορισμό, ως εξής: Remitted = episode ended one–six months ago.

Η αναζήτηση στο Google δίνει αποτελέσματα κυρίως για remitted patients, όχι episodes. Καλό θα ήταν να είχαμε περισσότερο context.
Peer comment(s):

agree Constantine Kourakis
85 days
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer. Comment: "Ευχαριστώ, Δημήτρη!"
-1
4 days

διαλείπον επεισόδιο

Peer comment(s):

disagree D. Harvatis : Τα ευρήματα για «διαλείπον επεισόδιο» προέρχονται από μηχανική μετάφραση και έχουν το «επεισόδιο» σε παρένθεση (προφανώς ως μετάφραση του episodic, που είναι συνώνυμο του intermittent).
14 hrs
Something went wrong...
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search