Glossary entry (derived from question below)
English term or phrase:
DNA evidence
Greek translation:
ευρήματα γενετικού υλικού, ευρήματα DNA
Added to glossary by
Nick Lingris
Oct 7, 2008 08:25
15 yrs ago
1 viewer *
English term
DNA evidence
English to Greek
Medical
Genetics
Forensics, actually
DNA evidence has become a major crime-fighting tool
Proposed translations
(Greek)
5 +1 | ευρήματα γενετικού υλικού, ευρήματα DNA | Nick Lingris |
4 +9 | τεκμήρια DNA/ανάλυση του DNA | Spiros Doikas |
Change log
Oct 8, 2008 11:26: Nick Lingris Created KOG entry
Proposed translations
+1
14 hrs
Selected
ευρήματα γενετικού υλικού, ευρήματα DNA
Σκοπός της εξέτασης DNA είναι να διακριβωθεί αν ανήκουν στους κατηγορουμένους τα διάφορα ευρήματα γενετικού υλικού (τρίχες, ιδρώτας κ.ά.) που εντοπίστηκαν στις γιάφκες της οδού Πάτμου και Δαμάρεως.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_11/0...
"ευρήματα DNA"
http://www.google.gr/search?hl=en&client=firefox-a&rls=org.m...
"βρέθηκε γενετικό υλικό"
http://www.google.com/search?num=50&hl=en&safe=off&rlz=1B3GG...
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_11/0...
"ευρήματα DNA"
http://www.google.gr/search?hl=en&client=firefox-a&rls=org.m...
"βρέθηκε γενετικό υλικό"
http://www.google.com/search?num=50&hl=en&safe=off&rlz=1B3GG...
Peer comment(s):
agree |
d_vachliot (X)
: Αυτό νομίζω θα έβαζα κι εγώ: τα ευρήματα.
8 hrs
|
4 KudoZ points awarded for this answer.
Comment: "Many thanks. Ανάλυση is also good in my particular context, but not in all contexts."
+9
19 mins
τεκμήρια DNA/ανάλυση του DNA
Τα στοιχεία DNA/Τα τεκμήρια DNA/Η ανάλυση του DNA έχει γίνει ένα μεγάλο όπλο στην καταπολέμηση του εγκλήματος
Peer comment(s):
agree |
Assimina Vavoula
: Για το "τα στοιχεία DNA": http://vaskas-5.spaces.live.com/blog/cns!A4A914B937217A7E!18...
9 mins
|
agree |
Evi Prokopi (X)
41 mins
|
agree |
Vicky Papaprodromou
47 mins
|
agree |
Petros Saripanidis
54 mins
|
agree |
Haralabos Papatheodorou
2 hrs
|
agree |
Efi Maryeli (X)
: Efi Maryeli
3 hrs
|
agree |
Vasilisso
4 hrs
|
agree |
Nadia-Anastasia Fahmi
: Καλησπέρα, Σπύρο. Tώρα πια έχει καθιερωθεί ο όρος "γεννετικό υλικό" ή/και "γεννητικό υλικό. Αν θέλεις το προσθέτεις.
9 hrs
|
agree |
Anastasia Giagopoulou
15 hrs
|
Discussion
Το γεννητικό με δυο 'ν' μόνο με την αναπαραγωγική διαδικασία.
Παραθέτω τις ετυμολογίες από το ΛΚΝ ... για να ξεκαθαρίσουμε κάποτε τη διαφορά ...
γενετικός 1 -ή -ό [jenetikós] E1 : που αναφέρεται στη γένεση, στην αρχή, στην προέλευση των όντων και των φαινομένων: Γενετική μέθοδος, που μελετά μια επιστήμη από την άποψη της γένεσής της. Γενετική γραμματική, που περιγράφει μια γλώσσα ως ένα σύνολο κανόνων για την παραγωγή γραμματικών προτάσεων. Γενετική ψυχολογία, που μελετά την εξέλιξη της συνείδησης και της σκέψης, κυρίως στα παιδιά. || (ως ουσ.) η γενετική, κλάδος της βιολογίας που μελετά τα φαινόμενα και τους νόμους της κληρονομικότητας. [λόγ. < γαλλ. génétique < αρχ. γένε(σις) -τικός, κατά το σχήμα ἀντίθεσις – ἀντιθετικός (διαφ. το ελνστ. γενετική `γενική πτώση΄)· γενετική γραμματική: μτφρδ. αγγλ. generative grammar]
γεννητικός -ή -ό [jenitikós] E1 : που συντελεί στην αναπαραγωγή, που είναι κατάλληλος για αναπαραγωγή: Γεννητικά όργανα. Γεννητικό σύστημα, το σύνολο των γεννητικών οργάνων και για τα δύο φύλα. Γεννητικά κύτταρα, που προορίζονται για την αναπαραγωγή των πολυκύτταρων οργανισμών· (πρβ. γαμέτες). Γεννητικοί αδένες, αδένες που παράγουν τα γεννητικά κύτταρα και τις γεννητικές ορμόνες. [λόγ. < αρχ. γεννητικός]