May 25, 2009 21:40
14 yrs ago
1 viewer *
English term
opening
English to Greek
Social Sciences
Geography
geography
Surplus population of a barren peninsula had to seek exit and could find elbow-room through two openings only, north-east and north-west.
Proposed translations
(Greek)
3 +2 | έξοδος / πέρασμα | Konstantina Ntomprou |
4 +2 | διέξοδος | Nick Lingris |
References
openings-ανοίγματα/δρόμοι | Ivi Rocou |
Proposed translations
+2
28 mins
Selected
έξοδος / πέρασμα
Ορμώμενη από το "seek exit" που θα μπορούσε να αποδοθεί "διέξοδος" ώστε να χρησιμοποιηθεί το "έξοδος" μετά.
Στο link δες το 5ο site. Η λέξη έξοδος μπορεί να χρησιμοποιείται εδώ σε συνδυασμό με τη λέξη χερσόνησος μόνο στην περίπτωση του Αγίου Όρους αλλά γενικά λέμε για "έξοδο" από μια περιοχή.
Στο link δες το 5ο site. Η λέξη έξοδος μπορεί να χρησιμοποιείται εδώ σε συνδυασμό με τη λέξη χερσόνησος μόνο στην περίπτωση του Αγίου Όρους αλλά γενικά λέμε για "έξοδο" από μια περιοχή.
4 KudoZ points awarded for this answer.
Comment: "Selected automatically based on peer agreement."
+2
22 mins
διέξοδος
οδός διαφυγής
Λιγότερο καλά: άνοιγμα, δίοδος, πέρασμα
Λιγότερο καλά: άνοιγμα, δίοδος, πέρασμα
Peer comment(s):
agree |
Ivi Rocou
: Θα έλεγα "ανοίγματα" ή "δρόμους".
7 hrs
|
agree |
Olga Hatzigeorgiou
: απο το κείμενο φαίνεται καλύτερα το "οδούς διαφυγής"
14 hrs
|
Reference comments
8 hrs
Reference:
openings-ανοίγματα/δρόμοι
The town has several openings on to the river = Η πόλη έχει πολλά ανοίγματα, πολλούς δρόμους που οδηγούν προς το ποτάμι. (Τετράτομο Αγγλοελληνικό Λεξικό, Εκδόσεις "Οδυσσέας")
Something went wrong...